Χρειάστηκαν εφτά ανέβα-κατέβα με το ασανσέρ για να μην αφήσει τίποτε πίσω. Μετά από μισή ώρα όλα είχαν τακτοποιηθεί στο αυτοκίνητο. Δυο καρεκλάκια για τη θάλασσα, μια ομπρέλα δώρο από βενζινάδικο, μια ψάθα αληθινή και όχι απ’ τις πλαστικούρες των κινέζων, ένα χαμηλό τραπεζάκι για να αφήνει τον καφέ, ψυγείο γεμάτο με τις παγοκύστες του, τις μόνες κύστες -μαζί με την ουροδόχο- που πάντα είναι χρηστικές, βατραχοπέδιλα, μάσκα, αναπνευστήρας, ένα σακίδιο ώμου με τα μαγιώ, τις πετσέτες, μέσα έβαλε μια μικρή θήκη με τα αντηλιακά και την αμμωνία για τις τσούχτρες, τους αχινούς και τις ανθρωποφάγες σφήκες, ένας σάκος λίγο μεγαλύτερος με τα ρούχα του, καναδυό βερμούδες και παντελόνια δηλαδή, μερικά χρωματιστά μπλουζάκια, δυο πουκάμισα γουμίδια αλλά καθαρά, έξη αλλαξιές εσώρουχα, παπούτσια, κάτι πέδιλα αγορασμένα τέσσερα ευρώ στο παζάρι και σαγιονάρες τα ‘κλεισε σε μια σακούλα του μαρινόπουλου και τα στρίμωξε όπως-όπως στην πλαϊνή θήκη του σάκου, εκεί έβαλε κι άλλες δυο άδειες σακκούλες -του βερόπουλου νομίζω αλλά δεν έχει και καμιά σημασία- για τα βρώμικα βρακιά, ας βρίσκονται, τελευταία στιγμή θυμήθηκε το θερμός οπότε οι διαδρομές προς το σπίτι έγιναν οκτώ, φορτιστή πήρε, κασέτες πήρε, τον παναμά τον πήρε, τα γυαλιά για τον ήλιο τα φορούσε, της μυωπίας τα είχε στην τσέπη, ξυριστικά δεν πήρε γιατί ως και ο τομ χανκς χρειάστηκε μια ώρα στο μοντάζ για να γίνει σαν μητροπολίτης κι αυτός δεν σκόπευε να ναυαγήσει μέσα στο καλοκαίρι, τον ζίπο δώρο της σχωρεμένης της αδερφής του τον είχε πάντα κατάκαρδα, έτσι είχε δει σε μια ταινία για την ιβοζίμα, ως και σφαίρα σταμάτησε εκείνος, να φανταστείς έκανε αγώνα ολόκληρο να βρίσκει πού πουλάνε τι-σερτ και πόλο με τσεπάκι στη θέση της καρδιάς, όχι ότι εκείνος κινδύνευε από καμιά αδέσποτη γιαπωνέζικη σφαίρα δηλαδή αλλά καλό είναι την καρδιά σου να μη την αφήνεις εντελώς απροστάτευτη όταν επί τριανταέξη χρόνια κάνεις ακριβώς το ίδιο ανέβα-κατέβα γεμίζοντας τα σωθικά ενός ξεθωριασμένου πράσινου -κάποτε- ford taunus και ξεκινάς μετά για το πολύ μακρύ ταξίδι μέσα σε έναν Αύγουστο που τα ‘χει όλα εκτός από γεμάτο καρεκλάκι δίπλα και δεύτερο ποτήρι με καφέ στο χαμηλό τραπεζάκι μπροστά…
Αρκεί να έχεις δεύτερη καρέκλα μαζί σου και δεύτερο πλαστικό ποτήρι. Κάποιον Αύγουστο μπορεί να γεμίσει η πρώτη και να αδειάσει το δεύτερο.
έγραψες !!!
( wanna be my πσυ ; )
έγραψε!!! και το κείμενο και ο Τσαλ.!
κκμ: (οκ)
redkangaroo: Καλημέρα!
ένα έχω να πω και στους δυο σας : αυτή την ηδονή, του να συνδιαλέγομαι τόσο δημιουργικά με ένα μαρσιποφόρο κι έναν upupa epops κανείς πάσχος δεν θα μπορέσει να μας τη στερήσει…
άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι
οίδασι οίδασι, αλλά πίσω έχει η αχλάδα…
ή απλώς “ου γαρίδας(ι) τι ποιούσι”
“Κατεδαφίζονται τα καλοκαίρια στη σειρά
όσο παλιώνω”
κι ούτε μια ειδοποίηση ο Καραβάγγος….
(μη δίνετε σημασία)
Όσο το γεμάτο καρεκλάκι παραμενει γεμάτο, το άδειο δεν το φοβάμαι.
εγώ σκέφτομαι τη μέρα που θα βάλει μόνο ένα στο πορτ-μπαγκαζ…
Ένα, δύο, τρία καρεκλάκια, γεμάτα ή άδεια, μ’ έχετε μπερδέψει βρε παιδιά. Το ζήτημα είναι: κολυμπάει στα βαθιά νερά;
Ειδικά η σακούλα του μαρινόπουλου αποτελεί χειρουργική επέμβαση άνευ αναισθητικού στη σύγχρονη αστική νεύρωση. Κάποια στιγμή όμως πρέπει να γραφτεί και μια ωδή στην πλαστική καρέκλα του γύφτου-φέτος έχω δώσει μάχες για την υπεράσπιση της, οι ντιζάιν ιταλικοί καναπέδες καθόλου σέξυ δεν είναι. Και για να τελειώνουμε, υπάρχει ακόμα κάποιος εκεί έξω που στις εκδρομές παίρνει μαζί του κασέτες; Αν είναι αλήθεια και όχι αναπόληση περασμένων μεγαλείων δηλώνω φανατικός θαυμαστής!
the truth is out there
(και η 60ρα Maxell το ίδιο)
arcades, το ζήτημα είναι αν μπαίνει στη θάλασσα γενικώς
Για λόγους που δεν είναι της παρούσης να εξηγήσω, ο ζίπο χτύπησε κέντρο…
να γλυτώσεις απο σφαίρα και να πας απο ζίπο…..