Σήμερα λίγο πριν τις δώδεκα το μεσημέρι αντάμωσα δυο γυναίκες της διπλανής ξαπλώστρας, απ’ αυτές που ήταν κρυμμένες όλο το χειμώνα κάτω από χοντρά ρούχα, χωμένες μέσα σε άσχημες μπότες και μουντά, στενόχωρα καλσόν. Τώρα περιποιημένες, βαμμένες, υπερυψωμένες. Μαλλί φτιαγμένο, μαύρα γυαλιά στερεωμένα στο κεφάλι ψηλά, ωραία σώματα, απ’ αυτά που γεμίζουν παντελόνια και μπλούζες που θαρρείς ραφτήκαν αλφάδι, πατρόν πάνω τους. Στα τριάντα, λίγο πριν, λίγο μετά, μάλλον πολύ λίγο μετά. Ωραία κορίτσια, θέλει λίγο παίδεμα ακόμη το μέσα τους για να τις πεις γυναίκες. Διαλέγαν μαγιώ, από κείνα που μπορείς και να τα αγοράσεις μισά, σήμερα ήταν η μέρα για το πάνω μισό. Η μια πήρε δυο τέτοια μονόχρωμα, η άλλη αρκέστηκε σε ένα αλλά ανθισμένο. Χαμογελούσα κρυφά την ώρα που πέρασαν από μπροστά μου, στο δρόμο για τα δοκιμαστήρια. Μισά. Για να μη με καταλάβουν.
Στεκόμουν ακόμη εκεί, κάπου παραδίπλα, την ώρα που βάλαν σε χάρτινες σακούλες τα μισά χρωματιστά εισιτήριά τους για το φετινό θέρος, κατεβάσαν τα γυαλιά και βγήκαν στο φως. Έξω είχε συννεφιά και μια χλιαρή ψύχρα αλλά αυτές μπορεί να ακούγαν ως και τον ήλιο να καίει τα τσιμέντα κάτω από τα τακούνια τους, μπορεί και κύματα κι ας ήμασταν μισή ώρα μακριά απ΄τη θάλασσα. Εκείνες ήδη τρέχαν δυο, τρεις μήνες μπροστά.
Θα γυρίσουν σπίτι, μετά τον καφέ (ίσως και τα μεσημεριανά ούζα στον μισό ήλιο, όλο τσιγκουνιές αυτός ο φετινός απριλιάτικος) και θα προβάρουν -ξανά- τα μισά τους. Μισόγυμνες (μέχρι να βρουν το περυσινό κάτω που ταιριάζει) μπροστά στο άλλο τους μισό. Ή μόνες, απέναντι απ’ τον -πεινασμένο, μετά από ένα χειμώνα θαμμένο κάτω από στοίβες ρούχα – καθρέφτη. Σκέφτομαι κρυφά. Μισά. Για να μη τρομάξουν και ντυθούν..
☼
🙂
*A solitary chair (ή και ξαπλώστρα)
For a silent love affair…
ΥΓ για το half πήγαινα, αλλά είχε και spring και ξαπλώστρα μέσα… 🙂
καλημέρες!