Θα συνηθίσουμε, είπε. Και τον μαβί ουρανό και την βροχή και τα χοντρά ρούχα και τον αέρα και τις μύτες που στάζουν και τις κάλτσες και την απουσία της γύμνιας και τα κλειστά παράθυρα στο αυτοκίνητο και τα παγωμένα χέρια έξω από το πάπλωμα τις νύχτες και τα βιαστικά τσιγάρα στο κρύο, εύκολα συνηθίζει ο άνθρωπος, μια χειμερία νάρκη δρόμος όλα, βάζεις την ψυχή σου για ύπνο ελπίζοντας πως θα θυμάται όταν ξυπνήσει, τέσσερις μέρες ήταν όλες κι όλες αυτό το καλοκαίρι μα δεν τις λες και ψίχουλα, αν άφησες σημάδια χτες θα ξυπνήσει και θα τον βρει τον δρόμο αύριο.
ε<3ε