
Μου ‘λεγε ο Χρόνης μετά την περιφορά του Επιτάφιου -όσην ώρα στραγγίζαμε μια διμοιρία Κάιζερ- πως η πολιτική και η τέχνη είναι παρεξηγημένες έννοιες σήμερα, «να, για παράδειγμα πέρσι, πρόπερσι, δεν θυμάμαι κιόλας, ήμασταν στην Tate και βλέπαμε συνέχεια πινακίδες «adults only» με ένα βελάκι από κάτω, ακολουθήσαμε τα βελάκια σαν τα χαϊβάνια που κατέβηκαν απ΄τα βουνά και μας έβγαλαν αυτά σε μιαν αίθουσα όπου ένας άνδρας γυμνός έπαιρνε το πουλί * του στο χέρι και το έβαζε -σαν σπαθί σε θηκάρι- από πίσω του, δεν λέω πως έδειχνε να το ευχαριστιέται κιόλας, μάλλον ανέκφραστος ήταν ο καλλιτέχνης αλλά ούτε κι εμείς τρελαθήκαμε απ’ την περφόρμανς».
Αίθουσα «men only» δεν είχε ; ρώτησα. Μετάνιωσα την ώρα και τη στιγμή. Με κοίταξε λοξά, αφήνοντας το ποτήρι του κάτω (λίγος αφρός κρεμόταν απ΄το πάνω χείλος του).
Μην είσαι τόσο naive, απάντησε, η Τέχνη είναι γνωστόν πως είναι άφυλη. Στο λέω πάντως, μια ματιά έριξα και έφυγα, δεν ήταν και για χόρταση.
Εντάξει, του είπα, λογικό να μην ενθουσιάστηκες. Κάθε άντρας που σέβεται τον εαυτό του θα στεκόταν αμήχανος μπρος σ’ αυτό.
Τι εννοείς ; με ρώτησε απορημένος κι ενοχλημένος μαζί. Ποιό αυτό;
Το μέγεθος. Δεν είναι δα και walk in the park να κάνεις κάτι τέτοιο αν δεν σε έχει προικίσει ο καλός θεούλης με κάτι σαν σωλήνα ποτίσματος.
Μην είσαι μαλάκας, με αποστόμωσε. Σιγά μη μ’ ένοιαξε αυτό. Απλά θυμήθηκα ότι κάτι τέτοια, και πιο ζόρικα ακόμη, έκανε ο Σωτηράκης ο ντελής στην Καρδίτσα πριν σαράντα χρόνια. Και σήμερα μας τα πετάνε στη μούρη για πρωτοτυπία κι αβανγκάρντ.
Παραγγέλνοντας ακόμη δυο μπίρες είχα, αίφνης, μια παρόρμηση να τον ρωτήσω και σε τι ακριβώς έγκειται η παρεξήγηση της πολιτικής ως έννοιας αλλά η δόση της Τέχνης ήταν τέτοιας ποιότητας και έντασης που δεν θέλησα να φανώ τόσο Σωτηράκης. Και σιώπησα.
* δεν είπε “πουλί” ασφαλώς αλλά δεν τσαλακώνω το προφίλ μου κάνοντας κόπι-πέιστ σε βρώμικα λόγια αλλωνών