2023

327f21801c379308533b3918e8521033    image (26)

 

 

Περίεργος Αύγουστος εκείνος του ‘23. Δεν ξέρω αν πρέπει να γράψω εγώ γι αυτόν ή, για να μην εκλάβει την απόπειρά μου ως Ύβριν, να αφήσω να γράψει (ή να μην αφιερώσει ούτε σημείο στίξης) αυτός για μένα. Ερήμην, έτσι κι αλλιώς.

 

 

 

1975

istockphoto-1136649547-612x612

 

 

Δεν θυμάμαι πολλά από κείνη τη χρονιά. Μόνο την εικόνα της μικρής κόρης του φροντιστή μου στα Μαθηματικά, τέσσερα ή πέντε χρόνια μεγαλύτερή από μένα, που κατέβαινε αγουροξυπνημένη κατά τις μία στη θάλασσα.

 

 

Με άσπρο μπικίνι.

 

 

Και δεν ήξερα αν ήταν ο ήλιος που με έλιωνε ή οι σκιές κάτω από το λευκό lycra.

Θυμάμαι, σίγουρα, τις φωνές των μανάδων «θα σε κάψει ο ήλιος, βάλε αντηλιακό και καπέλο» μα αδιαφορούσαμε όλα τα άγαρμπα δεκαπεντάχρονα, σκιές που να σε καίνε έτσι δεν είχαμε συναντήσει ποτέ πριν. Κι όσο περισσότερο νερό έπεφτε πάνω τους, μέσα στην θάλασσα ή μετά στα ντους,  όσο πιο σκούρο φέγκριζε κάτω απ’ το λευκό τόσο πιο αβάσταχτη η κάψα.

Κάπως έτσι κύλησε εκείνος ο Αύγουστος. Με δανεικούς καύσωνες υπό σκιάν. Μετά βρήκαμε και δικούς μας αλλά αν μας ρώταγες σήμερα νομίζω πως ένα έγκαυμα απ’ τις σκιές εκείνες το ΄χουμε ακόμη κάπου πάνω μας.

1976

image (25)

 

Tην χρονιά που έκλεινα τα δεκάξι, ένα από τα δέκα καλύτερα ποπ τραγούδια όλων των εποχών -δεν θυμάμαι να το είπε ο Πετρίδης εκείνη την ώρα, εγώ το λέω όμως-  έγλειφε τις μελανιές μου όσο με χτυπούσε αλύπητα στο πάτωμα μια γαμημένη διαφορική εξίσωση τρεις μέρες πριν τις εξετάσεις.

 

Έχω διαβάσει αμέτρητα βιβλία, έστω διηγηματάκια, που έχουν κάτι τέτοιο αβάσταχτα πρωτότυπο γραμμένο στην εξώπορτα. Κάποια, μάλιστα, το κάνουν ακόμη πιο εμφατικό για να πιάσουν από τα μούτρα τον καλοπροαίρετο αναγνώστη.

 

Tην χρονιά που πέθανε ο Λουκίνο Βισκόντι  κι εγώ έβαζα ακόμη Clearasil στη μούρη μου, o Eric Stewart πήρε τηλέφωνο τον Lol Cream στις πέντε το πρωί φωνάζοντας «το ‘χω!».

 

Ίσως και αλλιώς, όμως, αν πιστεύεις ότι ο Θεός -όποιος- κάτι χρώσταγε σε μια ατάλαντη ρέπλικα του Τομ Ρόμπινς.

 

O George πέθανε στο  Thornton του Lancashire, ένα κωλοχώρι τέσσερα μίλια έξω απ’ το Μπλάκπουλ, τη μέρα που συμπλήρωνε 49 χρόνια και 8 μήνες ζωής. Ενδεχομένως θα σκεφτείς «νέος, μαλακία» αλλά για χήνος γεννημένος την ίδια χρονιά με το πρώτο διώροφο κόκκινο της Leyland δεν τα πήγε καθόλου άσχημα. Την ώρα που τον έθαβαν -δεν το ΄λεγε η καρδιά τους αλλά και οι μασέλες τους να τον βάλουν σε πίτα ή να τον παραγεμίσουν με πορτοκάλια, δαφνόφυλλα και κρεμμύδια-  ένα τραγουδάκι στο ραδιόφωνο που μίλαγε για hazy days έκανε σεκόντο στο φτυάρι..

 

Όταν για πρόλογο θέλεις τέσσερις ώρες (τόσες έκανα, πάνω-κάτω, τριγυρίζοντας με το βρακί στο σπίτι, πίνοντας νερό και μασουλώντας μπαγιάτικα καλαμποκοτσίπς με γεύση τσίλι) είναι, επιτέλους, ώρα να συνειδητοποιήσεις  πως ποτέ δεν θα καταφέρεις να γράψεις κάτι μεγαλύτερο (να χαρείς, άσε τα παρηγορητικά «δεν μετράει το μέγεθος, μετράει η τεχνική») από εκατό σελίδες σε μέγεθος 24Χ16 πυκνοτυπωμένες, ειδικά όταν δεν έχεις την παραμικρή ιδέα για το τι ακριβώς θέλεις να πεις και σε ποιόν.

 

Αν τυχόν ενδιαφέρεσαι, το τραγουδάκι έλεγε μετά

How can we ever recapture the feeling

of lazy ways

 

 

 

 

-ΤΗΕ END-