Και τώρα τι; πέρασε κι αυτό. Με τις ακρωτηριασμένες ή έστω χωλαίνουσες αργίες, με τον λιπόσαρκο ή ακέραιο -για τους ακόμη προνομιούχους- μισό μισθό που μπαίνει στο λογαριασμό τη Μεγάλη Τετάρτη και έχει ήδη διαμελισθεί πριν καν πληκτρολογήσεις το pin στο ΑΤΜ, με τους αριθμούς να εξακολουθούν να είναι νεκροί ερήμην της ανάστασης που μεσολάβησε, με μια κούραση ακατανόητη παρά το τόσο θαυμαστό φως έξω και τους φιλόξενους καναπέδες που δεινοπάθησαν στριμώχνοντας πάνω τους τόνους ολόκληρους από LDL και τριγλυκερίδια, πού είσαι Morrissey να μας καμαρώσεις, meat is murder but meat is us.
Πολλοί δεν είχαν καν την τύχη αυτή, λένε για οκτακόσιες χιλιάδες, μην είναι και διπλάσιοι σου λέω, μη ξύνουμε πληγές, πάει, πέρασε κι αυτό, πέρασαν κι αυτοί οι 15,1%, σα να κοιτάς το τσουνάμι πάνω από μια ταράτσα είναι, τρως κλωτσιά στο στομάχι βλέποντας τα σπίτια των άλλων να γίνονται βάρκες και μετά σκουπίδια, όσην ώρα παρακαλάς να μείνει στεγνό, στη θέση του, το δικό σου. Αυτή η ανημποριά είναι σιχαμερή, όλο λες «μα εγώ δεν τραγουδάω, ούτε καν σφυρίζω αμέριμνα όταν καίγεται το σπίτι του αλλουνού» ενώ ένα ποτήρι νερό για να τη σβήσεις θα μπορούσες να ρίξεις. Ή -αν δε σου βρίσκεται πρόχειρο το νερό- ένα ποτήρι βενζίνη με λίγο στουπί, εκεί που ξέρεις ότι θα πιάσει τόπο. Φωτιά, έστω.
Κι αυτή η σκέψη σιχαμερή είναι όμως, εσύ είσαι της ορθόδοξης αντίδρασης, με την αμόλυβδη στο ένα κι εβδομήντα προτιμάς να κάνεις δεκαπέντε χιλιόμετρα ως τη θάλασσα για να βρεις τσίπουρα ή ούζα και με καθαρό -πλέον- μυαλό να σκεφτείς τρόπους (έστω τραβηγμένους απ’ τα μαλλιά) για να σπρώξεις άλλους τρεις-τέσσερις πεινασμένους μήνες μέχρι το κουφάρι απ’ αυτό που ήταν κάποτε το επίδομα αδείας (ωραίες λέξεις για να περιγράψουν το τίποτε), το ξέρεις πως κι αυτό το πτώμα θα το φας ως το μεδούλι πριν καν βάλεις την κάρτα στο ATM, σιγά μη προλάβεις να πληκτρολογήσεις κιόλας, όταν τελειώνει ο φοβερός και τρομερός φέτος μήνας Αύγουστος (που θα κρατήσει δεν θα κρατήσει πέντε-δέκα μέρες) θα ξαναρωτήσεις «και τώρα τι;» αλλά φως από μένα για το χειμώνα που έρχεται μη περιμένεις να δεις, ρώτα τον Πάσχο, ρώτα τον Παπαχελά, ρώτα το Φωτόπουλο, ρώτα τη Ντόρα, να ρωτήσεις και τους ισόβια ειδικούς για να συνταγογραφήσουν ανάλογα με την περίπτωσή σου, αυτοί έχουν το χάπι του θεσμικού καρμπόν και της ανέξοδης αισιοδοξίας, επιμένοντας να ψευτοκανακεύουν -με τον πιο φτηνό, χυδαίο και προκλητικό τρόπο- έναν ανύπαρκτο κι ευνουχισμένο συλλογικό εγωισμό, προσπαθώντας να αναστήσουν (σαν σε φορμόλη, οι όψιμοι αντιγραφείς του Damien Hirst) μιαν αποτεφρωμένη αξιοπρέπεια, αφού πρώτα κατούρησαν αστείρευτα ποτάμια από πετρέλαιο και βενζίνη πάνω μας και μας δάνεισαν για ν’αγοράσουμε τον Zippo, τώρα όχι απλά μιλάνε ακατάπαυστα και σφυρίζουν κλέφτικα αλλά βλέπεις την ώρα του «burn motherfuckers burn!» μιαν ακαθόριστη λάμψη ανακούφισης στα μάτια τους. Αυτοί οι πυρίμαχοι που ανέλαβαν να μας σώσουν από τον κακό μας εαυτό (εκείνον που οι πάγκαλοι, οι πάσχοι και οι παπαχελάδες βάφτισαν σαν τον πρώτο και βασικό υπεύθυνο των δεινών μας) ποτέ δεν θα ρωτήσουν «και τώρα τι;» γιατί απλά έχουν ετοιμάσει για τους εαυτούς τους και τους ομοίους τους εκατό εναλλακτικές διαδρομές του «τι;». Πάνω στους λόφους, μακριά από τη μυρωδιά των πεθαμένων.
Αν δεν ήταν ο Ρομέρο τόσο ντεφορμέ θα μας ανέβαζε όλους -ζωντανούς, πνιγμένους, καμμένους- πάνω στους λόφους για να κυνηγήσουμε τους πυρίμαχους, μα η ζωή δεν είναι σινεμά. Άσε που με τα πόδια δεν βλέπω κανέναν πρόθυμο να ξεκινάει. Πρώτα θα στραγγίξουμε και την τελευταία σταγόνα αμόλυβδης στο ρεζερβουάρ, το τελευταίο ευρώ απ’ τα ATM και μετά βλέπουμε…
Τα απέθαντα του φίλου σας έχουν αφήσει ανεξίτηλο στίγμα πάνω σας βλέπω.
μ’όποιον ρομέρο καθήσεις, τέτοια kopolosικα θα μάθεις..
Προθυμία για βενζίνη σε στουπί ούτε εγώ βλέπω ακόμα. Προς το παρόν παραμένουμε στο σημείο της μεγάλης προσέλευσης στις εκκλησίες, για προσωπικές προσευχές που θα εξασφαλίσουν στους πιο καλούς πιστούς προσωπικές διεξόδους κόντρα στη γενική κατρακύλα.
Ελπίζω να περάσατε καλά παρ’ όλα αυτά… 🙂
υπάρχει προσωπική διέξοδος στη γενική κατρακύλα ; όλοι μαζί δε βουλιάζουμε ;
“καλά”….είναι αχαριστία να πεις όχι αλλά φέτος το μαύρο τι-σερτ το φορούσα απο μέσα, κάτω απ’ το δέρμα, όχι πια κατάσαρκα, από κάτω..κι αντί να ξεθωριάζει γίνεται όλο και πιο κατράμι
Έτσι αντιδρά το μαύρο όταν προστατεύεται. Για την καταστροφή του απαιτείται, λένε, παρατεταμένη έκθεση σε κινδύνους.
(Εγώ όμως δεν ξέρω και πολλούς που να τους πιστεύω κιόλας, ότι προσεύχονται ειλικρινά για κανέναν άλλο εκτός από τον εαυτό τους. Και πάντως στην εκκλησία οι άνθρωποι δεν πηγαίνουν συνήθως από αγωνία για το κοινό καλό.)
καθένας με το φορτίο του και την δική του προσ-ευχή, σωστά..
ξεσκισμενες σαρκες, ψημενα κρεατα και σαπιοκοιλιες. ουτε ανασταση, ουτε αναταση. περιεργο αυτο το πασχα.
σας φιλω.
όλα περίεργα, η άνοιξη, το καλοκαίρι…γερό θρίλερ, δεν είμαστε θεατές, πρωταγωνιστές είμαστε
“Όλα θα πάνε καλά” εικοσιτέσσερις ώρες πριν την ανακοίνωση της Γιούροστατ.
“Ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτα”-αν θυμάστε το παλιό ανέκδοτο.
απ’ τη στιγμή που έχεις live ΓΑΠ και Παπακωνσταντίνου, τι να τα κάνεις τα παλιά ανέκδοτα;
αυτό το πόσιμπλυ ριλέιτιντ “an easy strawberry trifle” πώς ξεφύτρωσε εκεί πάνω ;