Σε λιγότερο από πέντε λεπτά θα δέναμε. Η πόρτα είχε ανοίξει, οι βιαστικοί βρισκόταν ήδη στο τελευταίο σκαλί, οι μισές εξατμίσεις είχαν πιάσει -κιόλας- δουλειά.
Η κόρνα του καραβιού ακούστηκε τρεις φορές . Διακόσιοι ανυπόμονοι κομπάρσοι – δεύτερης και τρίτης διαλογής- περιμέναμε τις οδηγίες του Zinneman, «ready, set, go» για να ξεχυθούμε, να αναμετρηθούμε με το καλοκαίρι. Δυο, τρεις, πέντε, δέκα μέρες. Γι ακόμη μια φορά.
Όμως καμιά οδηγία δεν ακούστηκε απ΄τα μεγάφωνα. Στεκόμασταν εκεί, παγωμένοι, μουδιασμένοι κι ανήμποροι, να παρακολουθούμε τον σεναριογράφο ξαπλωμένο πάνω στην ιστορία του, την ώρα που περνούσε λίγα μέτρα μπρος απ’ την πλώρη μας. Σημασία δεν έδωσε στην κόρνα, στις φωνές, στα παρακαλητά μας, στιγμή δεν σήκωσε βλέφαρο, ούτε βλέμμα καταδέχτηκε να ρίξει προς στην πλευρά μας. Μετά από τρία λεπτά χάθηκε από τα μάτια μας.
Χωρίς σκηνοθέτη, δίχως σενάριο, κάποιοι έπρεπε πια να βρούμε -επιτέλους- μόνοι μας τα λόγια, τον τόπο και τον χρόνο για να ζήσουμε ένα θέρος τόσο αλλιώτικο από κάθε προηγούμενο.
Σε λιγότερο από δυο λεπτά θα δέναμε. Πρώτη φορά η προβλήτα έμοιαζε να απομακρύνεται με κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε…
₪
διπλή κυριακή σήμερα
χτες. σήμερα είναι μονή Δευτέρα