Σφήκες ολόγυρα στην πιατέλα με το κατσικάκι. Και πάνω του, δοκιμάζουν, κόβουν, τρώνε, στρατιά ολόκληρη. Όπως οι Λιλιπούτ πάνω στον Γκιούλιβερ, μόνο που εκείνοι φέρθηκαν πιο πολιτισμένα. Δεν τις σιχαίνομαι τις σφήκες, δεν είναι μύγες. Λατρεύουν τη σάρκα, πιο πολύ κι από πεινασμένο -για γυμνό κορμί- άντρα. Άμα τους πάρεις το φαί δαγκώνουν αλύπητα. Έχουμε κάτι συνωμοτικά κοινό.
Μη τις διώχνεις, ούτε να κάνεις κινήσεις άγαρμπες, μπορεί να σε τσιμπήσουν άσχημα. Άσε, θα φέρω να κάψεις λίγο καφέ.
Φέρνει δυο κουταλιές ελληνικό, τούρκικο, όπως θες πες τον, μέσα σ’ ένα διπλωμένο αλουμινόχαρτο. Ανάβει τον καφέ με έναν αναπτήρα πλαστικό, της οκάς. Κινέζικο, σίγουρα. Και το αλουμινόχαρτο, κι αυτό από κει μάλλον. Ο καφές ευτυχώς όχι, ακόμη. Θα πελαγώσουμε μετά.
Μυρίζει ωραία. Κάτι ανάμεσα σε παλιό καφενείο και αρχαία χρόνια, τότε που μου ‘δινε η μάνα μου να καταπιώ μια κουταλιά καφέ με στυμμένο λεμόνι, όταν πόναγε η κοιλιά μου και δεν μπορούσα να σηκωθώ από την τουαλέτα. Μετά βγήκαν τα Imodium και τα γιατροσόφια άρχισαν σιγά σιγά να ξεψυχάνε. Τώρα θα ξανάρθουν, σίγουρα θα ξανάρθουν, οι εποχές της ευμάρειας θάφτηκαν μαζί με τη λειψή συνταγογράφηση.
Σκύβω και μυρίζω τον καπνό. Τον χώνω βαθιά στα πνευμόνια, κλείνοντας τα μάτια για να μη δακρύσω, εισπνοή. Τσιγάρο δεν βάζω μέσα, κάτι πρέπει να τα ταΐσω κι αυτά για να νιώθουν πως ενηλικιώθηκαν.
Μπορείς να φας με την ησυχία σου τώρα, μέχρι να σου φέρω και λίγο καρπούζι. Τότε θα έρθουν και οι μύγες. Μυρμήγκια δεν έχουμε πολλά, ένα φου να κάνεις θα φύγουν.
Είναι ωραία τα καλοκαίρια, σκέφτομαι. Ακόμη κι αν έχει μόνο ένα πιάτο στο τραπέζι, ποτέ δεν τρως μονάχος σου. Μα τσιμπάει άσχημα ο Ιούλιος κάποιες φορές και σε μεταμορφώνει μέσα σε μια νύχτα σε Struldbrugg. Που μυρίζει αιώνια ναφθαλίνη και αμμωνία…
Ωραίο αυτό με τον καφέ. Μου μάθατε ένα πολύτιμο μαγικό κόλπο λοιπόν. Κι εκείνη η μυρωδιά καφεκοπτείου, εκατό χρόνια πίσω μ’ έφερε. Εκατό!
Τι; Δεν το ξέρατε;
Κι εγώ μια υπέργηρη νοσταλγική ύπαρξη είμαι 😉
Καλημέρες καρπουζοφάγε.
Aν ήσασταν νησί θα σας επισκεπτόταν σίγουρα ο Οδυσσέας.
ας ερχόταν. θα είχα πολλά ράμματα για τη γούνα της Πηνελόπης του
(θενκς, ωραίο ήτονε)
Καφές με στυμμένο λεμόνι!!! Χριστέ μου τι μου θύμησες τώρα! Αθάνατη συνταγή! Ένα και ένα που λέει και η μαμά μου! (μιλάμε για μεγάλη αηδία όμως)
και το σνιφάρισμα αμμωνίας μεγαλύτερη, εδώ που τα λέμε 🙂
Να φύγω γρήγορα αγαπητέ. Έχω έλλειψη ενζύμου g6pd και η ναφλαλίνη με στέλνει στο νοσοκομείο. Πάντως ο καφές με το λεμόνι που μου έδινε και μένα η γιαγιά μου “έσφιγγε” πραγματικά όπως μου έλεγε: Πιες αυτό, μη φας μη πιεις τίποτε και θα σφίξεις. Και γινότανε. Σε μισή ώρα είχα ξεμπερδέψει. Τί να κλάσει το Imodium; Τον καφέ πίνω ακόμα και αυτόν δίνω και στα παιδιά μου. Σιγά μην τα παστώσω με φάρμακα. Πολύ κάθισα όμως. Φεύγω πριν είναι αργά. Μια μυρωδιά την πήρα πάντως
τα μάγουλά μου γεμίζουν σάλια απ την ξινίλα. δεν θα το ξανακάνω, σας υπόσχομαι ))
πωπω μυρωδιές, γενόσημα και ίδιες συμμετοχές. σε κανένα άγαρμπες κινήσεις, ούτε στις ναφθαλίνες και τις αμμωνίες. αυτές κι αν μπορούν να τσιμπήσουν άσχημα και στα επείγοντα οι ουρές για τα τσιμπήματα ατέλειωτες τέτοια εποχή..
όταν βάλετε κανέναν struldbrugg για νοσηλεία, παρακαλώ φερθείτε του τρυφερά
ο καφές που καίγεται είναι από τις ωραιότερες μυρωδιές του κόσμου. κακώς δεν αρέσει στις σφήκες 🙂
έτσι είναι. άρα δεν είμαστε σφήκες
Καφές/Λεμόνι – Imodium = 1-0
στανταράκι
Ικαρία, Τραπάλου, παλιά. Γεύμα στο μόνο ανοιχτό σπίτι / ενίοτε εστιατόριο της περιοχής που μας σερβίρει το φαγητό της οικογένειας. Η αυλή, δίπλα στη θάλασσα, γεμάτη σφήκες. Έρχεται το αλουμινόχαρτο με τον αναμένο καφέ, μετά και δεύτερο, τίποτε όμως. Οι σφήκες εκεί. Και εμείς το ίδιο. Συνύπαρξη. Μακροθυμία. Ωραία.
ελαττωματικές θα ήταν. σφήκες τζάνκι
καφες ελληνικος;
. Θα το κανω με nespresso στα παιδια ισως ριστρετο με λαιμ
Ηρώδης. όχι Τζακ 🙂