Tο London 0 Hull 4 δεν είναι απλά η συντριβή του σπουδαίου, του μείζονος, των προτεραιοτήτων και της “πρέπει” βιτρίνας. Είναι, πιο πολύ απ’ όλα, η δικαίωση των μικρών στιγμών που δεν μπορείς να αγοράσεις με χρήμα. Είναι η αποθέωση των κρυμμένων στο ημίφως συναισθημάτων, εκείνων που δεν αξιώθηκαν ποτέ δεύτερης ματιάς, κάποιες φορές ούτε καν πρώτης.
Πάντα London 0 Hull 4. Πάντα με το Hull. Ακόμη κι αν παίζουμε με παίχτη λιγότερο, ακόμη κι αν το γήπεδό μας είναι κλειστό, τιμωρημένο, αραχνιασμένο από καιρό. Ακόμη κι αν οι κερκίδες γίναν καυσόξυλα ή μπάζα για την προβλήτα, από κει που πάντα σαλπάρουμε για τα Λονδίνα.
Συμπληρώνοντας δεν συμπληρώνοντας ενδεκάδα, πάντα θα κατεβαίνουμε στο χορτάρι. Για να βλέπουμε στο τέλος της μέρας εκείνο το London 0 Hull 4 στα μάτριξ απέναντι. Για να μας κρατάει όρθιους, μέσα στο παιχνίδι, ως το τελευταίο -θριαμβευτικό- σφύριγμα αυτό το déjà vu που δεν ζήσαμε ποτέ.
….
(κι αντίθετα μ΄αυτόν και μ’ αυτόν, δεν μπορώ να υποσχεθώ ούτε καν σε μένα πως αυτή θα είναι η εσχάτη μου απόπειρα για αυτοσυγκινησιακή αμπελομελοφιλοσοφία, αφού η ηδονή των απανωτών φαντασιακών θριάμβων είναι βαθιά εθιστική)
Αγαπημένος δίσκος, αγαπημένες εποχές
και τώρα καλά είναι 🙂