Ανάμεσα σ’ άλλες αρχαίες, βρήκα και μια φωτογραφία μας Μάιο μήνα, σε μια παραλία του Πόρου που δεν θυμάμαι -πια- το όνομά της.
Είμαστε τρεις. Δεκαεννιά χρονών. Ξαπλωμένοι πάνω σε βρεμένα βότσαλα, πίσω μας αδίπλωτοι και μουσκίδι οι υπνόσακοι, φοράμε μπουφάν και πουλόβερ πάνω από τα μπλουζάκια μας γιατί η πρωινή υγρασία πλάι στο κύμα τρυπάει, μη δίνοντας δεκάρα για το αν είσαι δεκαεννιά ή πενηνταεννιά.
Ζακέτα να πάρεις. Από τότε χαραγμένο στο DNA μας.
Ποιος μας φωτογράφησε; Να ήταν άραγε και κάποιος τέταρτος παρέα μας; ’Η ζητήσαμε από κάποιον άγνωστο -ακόμη πιο άγνωστο το πώς βρέθηκε εκεί παραδίπλα μας, τόσο νωρίς το πρωί- να πατήσει το κλικ; Θα ’πρεπε, ίσως, να είχα ήδη ρωτήσει τους άλλους δυο. Μα δεν θέλω να τους δείξω σήμερα τη μνήμη μου γυμνή κι ανυπεράσπιστη.
Κορίτσια δεν είχαμε μαζί μας. Κρίμα. Είναι ωραία τα κορίτσια όταν δεν μπορούν να ανοίξουν τα μάτια τους το πρωί και τα μαλλιά τους είναι κολλημένα στα χείλια τους. Και γίνονται ακόμη πιο όμορφα όταν σε καίνε τα νυσταγμένα πόδια τους εκεί ψηλά που συναντιώνται, όση ψύχρα κι αν κάνει τριγύρω. Εκείνο το ξημέρωμα καθόμασταν μόνοι, παλεύοντας να ζεστάνουμε τα χέρια μας μέσα στις τσέπες. Κρίμα κι άδικο.
Λίγο πριν ξεκινήσει η εξεταστική τον Ιούνιο πρέπει να ήταν. Ξεκινήσαμε άλλος από Ζωγράφου, άλλος από Κυψέλη, άλλος απ΄ τα στενά γύρω απ΄ την πλατεία του Αγίου Θωμά και συναντηθήκαμε στο τέρμα του τρένου στον Πειραιά, για να μπούμε παρέα στο καραβάκι. Μετά δεν θυμάμαι πολλά από το ταξίδι, το ίδιο κι από το νησί. Φτάσαμε και βουτήξαμε κατευθείαν με τα Speedo και τα Arena μας, χωράγαμε και σε μικρά νούμερα τότε. Μετά στεγνώσαμε και ξέχασα τι κάναμε, αλλά δεν πειράζει.
Έχει χαράξει, πετάμε πέτρες στο νερό, αγουροξυπνημένοι. Πίσω το δάσος, μπροστά μας η θάλασσα. Δεκαεννιά χρονών. Αήττητοι, αθάνατοι για μια νύχτα. Με τσιγάρα (ΚΕΝΤ ο ένας, κάτι σε Καρέλια ο άλλος) και δυο, τρία κατοστάρικα στην τσέπη, για τις μπίρες, τους καφέδες, ένα ταπεινό τσιμπολόγημα και τα πηγαινέλα. Δε θες και περισσότερα στα δεκαεννιά.
Εκτός από τα πόδια τους που καίνε.
Τους άλλους δυο στη φωτογραφία τους πάντρεψα, χρόνια μετά. Μπορεί να τη θυμούνται εκείνη την παραλία, μπορεί να έχουν κι αυτοί την ίδια φωτογραφία, μπορεί και όχι. Αλλά δεν ήμασταν πλασμένοι για ήρωες του Αlex Garland. Αυτό το θυμάμαι σίγουρα.